ἰχθυήματα

ἰχθυήματα

ἰχθυήματα, τά, eigtl. Fischschuppen, bei Hippocr. λεπίσματα φλοιῶν, Erotian. erkl. ῥινίσματα, Raspelspäne.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιχθυήματα — ἰχθυήματα, τὰ (Α) [ιχθύς] 1. λέπια ψαριών 2. όσα μοιάζουν με λεπίδες, με λέπια («ἰχθυήματα λωτοῡ», Ιπποκρ.) …   Dictionary of Greek

  • ἰχθυήματα — fish scales neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰχθυημάτων — ἰχθυήματα fish scales neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰχθυήμασι — ἰχθυήματα fish scales neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιχθύς — ο (AM ἰχθύς) 1. ψάρι, σπονδυλωτό υδρόβιο ζώο που αναπνέει με βράγχια 2. αστρον. (στον πληθ. ως κύριο όν.) οι Ιχθύες ονομασία τού τελευταίου κατά σειρά αστερισμού τού ζωδιακού κύκλου 3. παροιμ. α) «ἄφωνος ὡς ἰχθύς» και β) «ἰχθύος ἀφωνότερος»… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”