- ἱππό-λοφος
ἱππό-λοφος, κόρυς, mit Roßhaaren besetzt, Ep. ad. 194 (App. 323).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἱππό-λοφος, κόρυς, mit Roßhaaren besetzt, Ep. ad. 194 (App. 323).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λόφος — Ονομασία πέντε οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 790 μ., 74 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αιγιαλείας του νομού Αχαΐας. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του νομού, 74 χλμ. Α της Πάτρας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Διακοπτού. Μέχρι το 1955… … Dictionary of Greek