ἱππότης

ἱππότης

ἱππότης, , der Rosse-od. Wagenlenker, der Ritter, der Reisige; Hom. braucht nur den nom. in der ep. Form ἱππότα, und nennt so den Peleus, Il. 14, 117, den Phyleus, 2, 628, und gewöhnlich den Nestor, 2, 336 Od. oft; λαοί Pind. P. 4, 153; λεὼς ἱππότας Aesch. Spt. 80; Ggstz ἄνιππος, Soph. O. C. 903, der auch Κολωνός so nennt, ibd. 59; Eur. Hec. 70 u. sp. D.; auch Her. 9, 49. 69; Xen. Cyr. 8, 8, 20; Plut., z. B. Aem. P. 9.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Ἱππότης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱππότης — driver masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιππότης — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ένας από τους ηγεμόνες της δεύτερης εισβολής των Ηρακλειδών, γιος του Φίλαντα και δισέγγονος του Ηρακλή. Σκότωσε στη Ναύπακτο τη μάντισσα Κάρνο και με υπόδειξη του Απόλλωνα καταδικάστηκε σε εξορία. Τον θεωρούσαν… …   Dictionary of Greek

  • ιππότης — ο 1. τιμητικός τίτλος που αποκτούσαν οι ευγενείς στο μεσαίωνα έπειτα από κατάλληλη αγωγή. 2. αυτός που τιμήθηκε με ειδικό παράσημο: Ιππότης του Σωτήρος. 3. τιμητικός τίτλος που δίνεται από το βασιλιά του Hνωμένου Bασιλείου σε άτομα που έχουν… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἱππότα — ἱππότης driver masc nom sg (epic) ἱππότᾱ , ἱππότης driver masc nom/voc/acc dual ἱππότης driver masc voc sg ἱππότᾱ , ἱππότης driver masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱππόται — ἱππότης driver masc nom/voc pl ἱππότᾱͅ , ἱππότης driver masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἵπποτα — Ἱππότης masc voc sg Ἱππότης masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποτᾶν — Ἱππότης masc gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποτᾶν — ἱππότης driver masc gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποτῶν — Ἱππότης masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποτῶν — ἱππότης driver masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”