- ἱππό-τιγρις
ἱππό-τιγρις, ιδος, ὁ, eine große Tigerart, D. Cass. 77, 6.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἱππό-τιγρις, ιδος, ὁ, eine große Tigerart, D. Cass. 77, 6.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ιππότιγρις — ἱππότιγρις, ἱγριδος, ὁ (Α) είδος τίγρης με μεγάλο σώμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + τίγρις. Το α’ συνθετικό ιππο εδώ με επιτατική λειτουργία («υπερβολικά μεγάλος»), πρβλ. ιππό κρημνος, ιππο σέλινον] … Dictionary of Greek