- ἱππ-ωνία
ἱππ-ωνία, ἡ, = ἱππωνεία, Poll. 1, 182.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἱππ-ωνία, ἡ, = ἱππωνεία, Poll. 1, 182.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νεωνία — νεωνία, ἡ (Α) (κατά τον Ησύχ.) «οὕτω τις τῶν ἐλαιῶν ὠνομάζετο». [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. παράγεται από το ρ. νέω (Ι) «κολυμπώ» κατά τα παράγωγα σε ωνία (πρβλ. ιππ ωνία, λιν ωνία)] … Dictionary of Greek
τραπεζωνία — ἡ, Α αγορά ή μίσθωση τραπεζιών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τράπεζα + ωνία (< ώνης < ὠνοῦμαι «αγοράζω»), πρβλ. ιππ ωνία] … Dictionary of Greek
ιππωνία — η (Α ἱππωνία, ιων. τ. ἱππωνίη) η προμήθεια ίππων, η αγορά ίππων, κυρίως για τον στρατό αρχ. φόρος για την πώληση ίππων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + ωνία (< ώνης < ὠνοῡμαι), πρβλ. βο ωνία, ελαι ωνία] … Dictionary of Greek