- ὑπέρ-κορος
ὑπέρ-κορος, übersatt, übersättigt, Ath. I, 10, öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπέρ-κορος, übersatt, übersättigt, Ath. I, 10, öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατάκορος — κατάκορος, ον (AM) ο τελείως κορεσμένος αρχ. άμετρος, υπερβολικός («ταῑς κατακόροις γενέσθαι καὶ περιέργοις ἱερουργίαις», Πλούτ.). επίρρ... κατακόρως (AM κατακόρως) υπέρμετρα, υπερβολικά («ὧ κατακόρως χρῶνται οἱ λογογράφοι», Αριστοτ.) μσν. με… … Dictionary of Greek
υπέρκορος — η, ο / ὑπέρκορος, ον, ΝΑ ο υπέρμετρα κορεσμένος, υπερκορεσμένος νεοελλ. 1. φυσ. χημ. (για διάλυμα) αυτός στον οποίο η συγκέντρωση τής διαλυμένης ουσίας είναι μεγαλύτερη από εκείνην που αντιστοιχεί στην κατάσταση κορεσμού του στις ίδιες συνθήκες,… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek
κορεννύω — (ΑM κορεννύω, Α και κορέννυμι και κορέω και κορέσκω [στη νεοελλ. συν. στον μέλλ., αόρ. και παρακμ.]) 1. γεμίζω κάτι όσο το δυνατό περισσότερο, υπερπληρώ «κορέσαι στόμα... ἐμᾱς σαρκός», Σοφ.) 2. προκαλώ σε κάποιον το αίσθημα τού χορτασμού ή… … Dictionary of Greek
Heraclitus — Heraklit in der Gestalt Michelangelos, Detailansicht aus Raphaels Die Schule von Athen (1510–1511), Fresko in der Stanza della Segnatura (Vatikan) Heraklit von Ephesos (griechisch … Deutsch Wikipedia
Herakleitos — Heraklit in der Gestalt Michelangelos, Detailansicht aus Raphaels Die Schule von Athen (1510–1511), Fresko in der Stanza della Segnatura (Vatikan) Heraklit von Ephesos (griechisch … Deutsch Wikipedia
Heraklit — in der Gestalt Michelangelos, Detailansicht aus Raphaels Die Schule von Athen (1510–1511), Fresko in der Stanza della Segnatura, Vatikan Heraklit von Ephesos (griechisch Ἡράκλειτος ὁ Ἐφέσιος Herákleitos ho … Deutsch Wikipedia
Heraklit von Ephesos — Heraklit in der Gestalt Michelangelos, Detailansicht aus Raphaels Die Schule von Athen (1510–1511), Fresko in der Stanza della Segnatura (Vatikan) Heraklit von Ephesos (griechisch … Deutsch Wikipedia
κατακορής — κατακορής, ές (Α) 1. υπερπλήρης, κορεσμένος («κατακορὴς οἴνῳ», Φρύν.) 2. (για διάλυμα) ισχυρός («κατακορές φάρμακον», Ιπποκρ.) 3. (για χρώματα) βαθύς («χρῶμα ὅμοιον ρόδῳ κατακορεῑ», Θεόφρ.) 4. (για αρμονία) τέλειος («κατακορεστάτη συμφωνία ἡ διὰ… … Dictionary of Greek
υπερκορής — ές, ΜΑ υπέρκορος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + κορής (< κόρος [Ι] «πλησμονή»), πρβλ. προσ κορής] … Dictionary of Greek
ύβρις — (I) εως, η / ὕβρις, ΝΜΑ, τ. γεν. και εος και επικ. και ιων. τ. ιος, Α 1. έκφραση, λόγος ή πράξη που προσβάλλει την αξιοπρέπεια ή την τιμή κάποιου 2. (ιδίως στην αρχ. ελλ. τραγωδία και σχετικά με τον τραγικό ήρωα) αλαζονική και αυθάδης συμπεριφορά … Dictionary of Greek