- ὑπέρ-πολλος
ὑπέρ-πολλος, ion. statt ὑπέρπολυς, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπέρ-πολλος, ion. statt ὑπέρπολυς, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λόγος — I Η ομιλία, η λαλιά του ανθρώπου ως μέσο έκφρασης και επικοινωνίας. Βλ. λ. γλώσσα. Λ. επίσης ονομάζεται η λογική. Βλ. λ. λογική. II (Μαθημ.). Ας είναι Α και Β δύο ομοειδή γεωμετρικά μεγέθη, για παράδειγμα, δύο ευθύγραμμα τμήματα· ενδέχεται φυσικά … Dictionary of Greek