ὑπο-βιβρώσκω

ὑπο-βιβρώσκω

ὑπο-βιβρώσκω (s. βιβρώσκω), unterwärts fressen, in Etwas hineinfressen; Qu. Sm. 9, 381; φάραγγες ὑποβεβρωμέναι D. Sic. 3, 44.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ὑποβρωθέντα — ὑπό βιβρώσκω eat aor part pass neut nom/voc/acc pl ὑπό βιβρώσκω eat aor part pass masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποβέβρωται — ὑπό βιβρώσκω eat perf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποβεβρωμένας — ὑποβεβρωμένᾱς , ὑπό βιβρώσκω eat perf part mp fem acc pl ὑποβεβρωμένᾱς , ὑπό βιβρώσκω eat perf part mp fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”