ὑπο-κριτής

ὑπο-κριτής

ὑπο-κριτής, , der Bescheid giebt, dah. der Ausleger der Träume, Erklärer, τῆς δι' αἰνιγμῶν φήμης καὶ φαντάσεως ὑποκριταί Plat. Tim. 72 b. – Gew. der Schauspieler, Ar. Vesp. 1279 Plat. Charm. 162 d u. öfter, wie Sp., z. B. Luc. oft. – Auch der Heuchler, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • δικαστής — Όρος που στη συνήθη του έννοια σημαίνει τον δημόσιο λειτουργό, o οποίος αποτελεί μέλος της δικαστικής αρχής και με την ιδιότητά του αυτή έχει δικαστικές αρμοδιότητες. Αντίθετα, υπό στενή έννοια ο όρος αφορά τους δημόσιους λειτουργούς που είναι… …   Dictionary of Greek

  • АФАНАСИЙ I ВЕЛИКИЙ — [Греч. ̓Αθανάσιος ὁ Μέγας] (ок. 295, Александрия? 2.05.373, там же), cвт. (пам. 18 янв., 2 мая), еп. Александрийский (с 8 июня 328), великий отец и учитель Церкви. Свт. Афанасий Великий. Фреска собора мон ря прп. Антония Великого в Египте. XIII в …   Православная энциклопедия

  • δίκαιος — α και η, ο και δίκιος, α, ο (AM δίκαιος, α, ον) Ι. 1. αυτός που κρίνει δίκαια, που απονέμει δικαιοσύνη σύμφωνα με τους νόμους και τη λογική («ο δίκαιος κριτής γυρεύει να χωρίσει το δίκαιο από το άδικο») 2. ο νόμιμος («δίκαιος κληρονόμος») 3. ο… …   Dictionary of Greek

  • ψυχόδραμα — Ψυχοθεραπευτική μέθοδος που δημιούργησε και εφήρμοσε ο ψυχολόγος Γ. Λ. Μορένο και που ανήκει στην ψυχοθεραπεία ομάδων. Στη θέση της φροϋδικής μεθόδου των ελευθέρων συνειρμών χρησιμοποιούνται οι ψυχοδραματικές δημιουργίες, όπου παρακινείται ο… …   Dictionary of Greek

  • Αννίβας — I (Καρχηδόνα 247 – Βιθυνία 183 π.Χ.). Καρχηδόνιος στρατηγός του B’ Καρχηδονιακού πολέμου. Καταγόταν από την αρχοντική οικογένεια των Βάρκα, η οποία από το 250 έως το 200 π.Χ. άσκησε μεγάλη επιρροή στην πολιτική της Καρχηδόνας. Ο πατέρας του… …   Dictionary of Greek

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”