- ὑπο-ξύω
ὑπο-ξύω, wie ὑποξέω, ein wenig od. leicht schaben, ritzen, leicht daran hinstreifen u. berühren; ποταμὸς πέζαν πολήων D. Per. 61; ϑῖνας 385; ποταμὸς πέζαν νάπης ὑποξύων Marian. 3 (IX, 669).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπο-ξύω, wie ὑποξέω, ein wenig od. leicht schaben, ritzen, leicht daran hinstreifen u. berühren; ποταμὸς πέζαν πολήων D. Per. 61; ϑῖνας 385; ποταμὸς πέζαν νάπης ὑποξύων Marian. 3 (IX, 669).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συν — σύν ΝΜΑ, και ξὺν και βοιωτ. τ. σούν Α (κύρια μονοσύλλαβη πρόθεση, στη νεοελλ. κυρίως σε λόγια χρήση, η οποία συντάσσεται με δοτική) 1. μαζί, από κοινού (α. «συν γυναιξί και τέκνοις» β. «ἐπαιδεύετο σὺν τῷ ἀδελφῷ», Ξεν.) 2. με τη βοήθεια (α. «συν… … Dictionary of Greek