ὑπερ-ώνυμος

ὑπερ-ώνυμος

ὑπερ-ώνυμος, über alle Namen, unaussprechlich, Dionys. Areop.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υπερώνυμος — ον, ΜΑ αυτός που βρίσκεται τόσο ψηλά, ώστε δεν μπορεί να τού δοθεί όνομα, αυτός που είναι υπέρτερος κάθε ονομασίας, ανέκφραστος («ἀγαθότης ὑπερώνυμος», Διον. Αρεοπ.) μσν. αυτός που έχει ξακουστό όνομα, περιώνυμος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + ώνυμος… …   Dictionary of Greek

  • ιερώνυμος — I (Στριδώνα Δαλματίας 347 – Βηθλεέμ 420 μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης και Δυτ. Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, προστάτης των μεταφραστών. Ήταν σύγχρονος του Αυγουστίνου και του Αμβροσίου και φίλος του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και του Γρηγορίου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”