- ἑπτ-έτης
ἑπτ-έτης, = ἑπταέτης, Ar. Ran. 418; Plat. Alc. I,121 e u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑπτ-έτης, = ἑπταέτης, Ar. Ran. 418; Plat. Alc. I,121 e u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τριανταέτης — και τριαντέτης, ες, Α αυτός που έχει ηλικία τριάντα ετών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριάντα + έτης (< ἔτος), πρβλ. ἑπτ έτης] … Dictionary of Greek