πεντά-γωνος

πεντά-γωνος

πεντά-γωνος, fünfeckig; Ath. VII, 294 d; Plut. u. Mathem.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πεντα- — και πεντ και πενθ , ΝΜΑ, πεντο , Ν, πεντε , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο αριθμητικό πέντε και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται πέντε φορές (πρβλ. πεντά γωνος, πεντα… …   Dictionary of Greek

  • πεντάγωνος — η, ο / πεντάγωνος, ον, ΝΑ 1. (για σχήμα) αυτός που αποτελείται από πέντε γωνίες και από πέντε πλευρές 2. το ουδ. ως ουσ. το πεντάγωνο μαθημ. επίπεδο πολύγωνο που έχει πέντε γωνίες και επομένως πέντε πλευρές νεοελλ. 1. το ουδ. ως ουσ. α) άνθος με… …   Dictionary of Greek

  • τεσσαράγωνος — ον, Μ ο τετράγωνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τέσσαρες, α + γωνος (< γωνία), πρβλ. πεντά γωνος] …   Dictionary of Greek

  • τεσσαρεσκαιδεκάγωνος — ον, Α αυτός που έχει δεκατέσσερεις γωνίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < τεσσαρεσκαίδεκα + γωνος (< γωνία), πρβλ. πεντά γωνος] …   Dictionary of Greek

  • τετράγωνος — η, ο / τετράγωνος, ον, ΝΜΑ 1. αυτός που έχει σχήμα τετραγώνου, δηλ. αυτός που έχει τέσσερεις γωνίες ορθές και τέσσερεις πλευρές ίσες (α. «τετράγωνα ιστία» β. «δοκοὺς τετραγώνους», Θουκ.) 2. μτφ. τέλειος όπως το τετράγωνο, σταθερός, θετικός,… …   Dictionary of Greek

  • τετρ(α)- — ΝΜΑ, και βοιωτ. τ. πετρα και θεσσαλ. τ. πετρο , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο αριθμητικό τέσσερεις (για τη μορφή βλ. λ. τέσσερεις) και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι,… …   Dictionary of Greek

  • τρι- — και τρισ ΝΜΑ, και τρια Ν α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στην εξασθενωμένη βαθμίδα τού αριθμ. τρεις, τρία* και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται τρεις φορές (πρβλ. τρί γωνος,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”