ἐξ-ονομα-κλήδην

ἐξ-ονομα-κλήδην

ἐξ-ονομα-κλήδην, bei Namen gerufen, namentlich, ἐξ. ὀνομάζων ἄνδρα ἕκαστον Il. 22, 415; καλεῖν Od. 12, 250; in tmesi, ἐκ δ' ὀνομακλήδην Δαναῶν ὀνόμαζες ἀρίστους 4, 278; προκαλεῖσϑαι Critias bei Ath. X, 432 e.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κλήδην — (Α) επίρρ. ονομαστικώς, με το όνομα, κατ όνομα («κλήδην εἰς ἀγορὴν κικλήσκειν ἄνδρα ἕκαστον», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κλη (πρβλ. ἐ κλή θην, παθ. αόρ. τού καλῶ), που εμφανίζει τη μηδενισμένη και απαθή βαθμίδα klē τής αρχικής δισύλλαβης ρίζας… …   Dictionary of Greek

  • καλώ — (AM καλῶ, έω, Α αιολ. τ. κάλημι) 1. ζητώ από κάποιον να έρθει κοντά μου (α. «κάλεσε την πυροσβεστική γρήγορα» β. «εἰς ἀγορὴν καλέσαντα... Ἀχαιούς», Ομ. Οδ.) 2. προσκαλώ κάποιον για χορό, δείπνο, γιορτή κ.λπ., συγκεντρώνω άτομα με πρόσκληση (α.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”