- ἐξ-οδεία
ἐξ-οδεία, ἡ, = ἐξ-οδία, Strab. V p. 249, als v. l.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐξ-οδεία, ἡ, = ἐξ-οδία, Strab. V p. 249, als v. l.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὁδεία — ὁδείᾱ , ὁδεία travelling fem nom/voc/acc dual ὁδείᾱ , ὁδεία travelling fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οδεία — ὁδεία και ὁδία, ἡ (Α) [οδεύω] 1. πο ρεία, ταξίδι 2. πομπή, παρέλαση … Dictionary of Greek
ὁδείας — ὁδείᾱς , ὁδεία travelling fem acc pl ὁδείᾱς , ὁδεία travelling fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁδείαν — ὁδείᾱν , ὁδεία travelling fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁδείαις — ὁδεία travelling fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διοδεία — διοδεία, η (Α) η διόδευση. [ΕΤΥΜΟΛ. < δι (α) * + οδεία < οδεύω < οδός] … Dictionary of Greek
οδία — ὁδία, ἡ (Α) βλ. οδεία … Dictionary of Greek