- πεντηκόντορος
πεντηκόντορος, ἡ, mit u. ohne ναῦς, ein Funfzigruderer; Pind. P. 4, 245; Eur. I. T. 1124 Hel. 1428; Thuc. 1, 14. 6, 43; Folgde, wie Pol. 1, 20, 14. S. πεντηκόντερος.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντηκόντορος, ἡ, mit u. ohne ναῦς, ein Funfzigruderer; Pind. P. 4, 245; Eur. I. T. 1124 Hel. 1428; Thuc. 1, 14. 6, 43; Folgde, wie Pol. 1, 20, 14. S. πεντηκόντερος.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντηκόντορος — ship with fifty oars masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκόντορος — Κωπήλατο πλοίο των αρχαίων Ελλήνων, εξελιγμένος τύπος αιγυπτιακών και φοινικικών σκαφών. Το πλοίο αυτό δεν είχε κατάστρωμα και είχε, σε κάθε πλευρά, 25 κωπηλάτες. Ο Όμηρος αναφέρει πολεμικά πλοία με 50 κουπιά, δεν τα ονομάζει όμως πεντηκοντόρους … Dictionary of Greek
Пентеконтера — (Πεντηκόντορος) древнегреческое пятидесятивесельное судно, тип разбойничьего корабля. П. имела один ряд весел, по двадцати пяти на каждом борту; поперечных скамей было двадцать пять, на каждой по 2 гребца. Самые длинные весла были на середине… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
πεντηκοντόροιν — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc gen/dat dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντόροις — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντόρου — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντόρους — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντόρων — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντόρῳ — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκόντοροι — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκόντορον — πεντηκόντορος ship with fifty oars masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)