- πεντηκόντερος
πεντηκόντερος, ἡ, = πεντηκόντορος, Her. 3, 124 u. öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντηκόντερος, ἡ, = πεντηκόντορος, Her. 3, 124 u. öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντηκόντερος — ship with fifty oars fem nom sg πεντηκόντορος ship with fifty oars fem nom sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκόντερος — ἡ, Α (ενν. ναῡς) βλ. πεντηκόντορος … Dictionary of Greek
πεντηκοντέροις — πεντηκόντερος ship with fifty oars fem dat pl πεντηκόντορος ship with fifty oars fem dat pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντέροισι — πεντηκόντερος ship with fifty oars fem dat pl (epic ionic aeolic) πεντηκόντορος ship with fifty oars fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντέρους — πεντηκόντερος ship with fifty oars fem acc pl πεντηκόντορος ship with fifty oars fem acc pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντέρων — πεντηκόντερος ship with fifty oars fem gen pl πεντηκόντορος ship with fifty oars fem gen pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντέρῳ — πεντηκόντερος ship with fifty oars fem dat sg πεντηκόντορος ship with fifty oars fem dat sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκόντεροι — πεντηκόντερος ship with fifty oars fem nom/voc pl πεντηκόντορος ship with fifty oars fem nom/voc pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκόντερον — πεντηκόντερος ship with fifty oars fem acc sg πεντηκόντορος ship with fifty oars fem acc sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκοντηρικόν — τὸ, Α [πεντηκόντερος] (ενν. πλοῑον) η πεντηκόντορος … Dictionary of Greek
πεντηκόντορος — Κωπήλατο πλοίο των αρχαίων Ελλήνων, εξελιγμένος τύπος αιγυπτιακών και φοινικικών σκαφών. Το πλοίο αυτό δεν είχε κατάστρωμα και είχε, σε κάθε πλευρά, 25 κωπηλάτες. Ο Όμηρος αναφέρει πολεμικά πλοία με 50 κουπιά, δεν τα ονομάζει όμως πεντηκοντόρους … Dictionary of Greek