- ἐν-τενής
ἐν-τενής, ές, angespannt, πεφόρητο ἐντενές Ap. Rh. 2, 933, Schol. συντόνως.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐν-τενής, ές, angespannt, πεφόρητο ἐντενές Ap. Rh. 2, 933, Schol. συντόνως.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Τενής — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τένης — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τενῶν — Τένης masc gen pl Τενής masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τέναι — Τένης masc nom/voc pl Τένᾱͅ , Τένης masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τενήν — Τενής masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τενῶ — Τενής masc gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τένεα — Τένης masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τένην — Τένης masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τένου — Τένης masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τένω — Τένης masc gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τένῃ — Τένης masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)