- ἐρωτιάς
ἐρωτιάς, άδος, ἡ, bes. fem. zu ἐρωτικός, Νύμφαι, Nymphen in dem Bade Eros, Harian. scholast. 5 (IX, 627).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐρωτιάς, άδος, ἡ, bes. fem. zu ἐρωτικός, Νύμφαι, Nymphen in dem Bade Eros, Harian. scholast. 5 (IX, 627).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐρωτιάδες — ἐρωτιάς fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ερωτιά — η [έρωτας] 1. έρωτας («ποιός είν’ αυτός που τραγουδεί τής ερωτιάς τα πάθη;», Ερωτόκρ.) 2. ερωτισμός («εσύ που πνέεις ερωτιάν και πόθ’ όλος μυρίζεις», Σουμμ.) 3. χάρη, κομψότητα («με ερωτίας τάξιν») … Dictionary of Greek
έτσι — (Μ ἔτσι και διαλεκτ. τ. ἔτσε, ἔτσου, ἔτις, ἴτις, ἴτσι, ἴτσου) επίρρ. 1. κατ αυτό τον τρόπο, τοιουτοτρόπως, με τον ίδιο τρόπο (α. «δεν έπρεπε να φερθείς έτσι» β. «έτσι θέλω κι έτσι κάνω» γ. «έτσι τ αποφάσισε τής ερωτιάς η κρίση», Ερωτόκρ.) 2. (για … Dictionary of Greek
φιλία — Όνομα 5 οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 900 μ.) στην πρώην επαρχία Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (23 τ. χλμ.). Βρίσκεται N των Καλαβρύτων. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 310 μ.) στην πρώην επαρχία Μηθύμνης του… … Dictionary of Greek