- ἐπι-μηθής
ἐπι-μηθής, ές, = ἐπιμελής, Theocr. 25, 79.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπι-μηθής, ές, = ἐπιμελής, Theocr. 25, 79.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νημηθής — νημηθής, ές (Α) απερίσκεπτος, άμυαλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. πρόθημα νη * + * μηθής (< *μήθος, αμάρτυρος τ., ο οποίος σχετίζεται πιθ. με το μανθάνω), τ. που απαντά μόνο εν συνθέσει (πρβλ. επι μηθής, προ μηθής)] … Dictionary of Greek
επιμηθής — ἐπιμηθής, ές (Α) σκεπτικός, προσεκτικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + * μηθής (< *μήθος, αμάρτυρος τ. ο οποίος σχετίζεται πιθ. με το μανθάνω), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει (πρβλ. προ μηθής)] … Dictionary of Greek
μεταμήθεια — μεταμήθεια, ἡ (Α) (κατά τον Ησύχ.) «μετάνοια». [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + * μήθεια (< * μηθής < *μῆθος, τ. που σχετίζεται πιθ. με το μανθάνω και απαντά μόνο εν συνθέσει (πρβλ. προμηθής), πρβλ. επι μήθεια] … Dictionary of Greek