- ἐπι-κῡδής
ἐπι-κῡδής, ές, ruhmvoll, nur im compar.; οἱ Λακεδαιμόνιοι πολὺ ἐπικυδέστεροι ἐγένοντο ἐκ τῆς ἐπ' Ἀνταλκίδου εἰρήνης Xen. Hell. 5, 1, 36; ἐπικυδέστερα τὰ πράγματα τούτων ἐποίησε Isocr. 4, 139; συνέβη πάλιν ἐπικυδέστερα γενέσϑαι τὰ τῶν Καρχηδονίων πράγματα Pol. 4, 39, 9, öfter; ἐπικυδεστέρας ἔχειν ἐλπίδας, glänzendere, zuversichtlichere Hoffnungen haben, 16, 4, 3; ἐπικυδέστερος ὢν ταῖς ἐλπίσι κατὰ τὴν ναυμαχίαν, er war zuversichtlicher, 5, 69, 11; adv., ἐπικυδεστέρως ἀγωνίζεσϑαι, den Kampf ruhmvoll bestehen, den Sieg davontragen, Pol. 5, 23, 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.