ἐπι-κονίω

ἐπι-κονίω

ἐπι-κονίω, nach Hesych. = ἐκφϑείρω.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τρικόνητος — ον, Α (κατά τον Ησύχ.) «ὁ πολλάκις ἀπολέσθαι ἄξιος καὶ καταχωσθῆναι». [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + κονῶ (< κονή «φόνος»), πρβλ. και τον τ. που παραδίδει ο Ησύχ. ἐπι κονίω ή ἐπικονῶ] …   Dictionary of Greek

  • κόνις — η (ΑM κόνις, ιος, Α αττ. τ. εως και εος) σκόνη («κόνις δὲ σφ ἀμφιδεδήει κοπτομένη πλεκτοῑσιν ὑφ ἅρμασι και ποσὶν ἵππων», Ησίοδ.) νεοελλ. (τεχνολ. μεταλργ.) στερεά ουσία που έχει λειοτριβηθεί ή αλεστεί και βρίσκεται σε λεπτότατο διαμερισμό αρχ. 1 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”