περι-ήθημα

περι-ήθημα

περι-ήθημα, τό, das Durchgeseihte, Galen.; auch das beim Durchseihen Zurückbleibende, der Abgang, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • περιήθημα — τὸ, Α το διήθημα, ό,τι απομένει μετά τη διήθηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + ἤθημα (< ἠθῶ «στραγγίζω»)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”