- ἐπι-φαύω
ἐπι-φαύω, = Vorigem, N. T.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπι-φαύω, = Vorigem, N. T.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φαύω — Α φάω*. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει σχηματιστεί υποχωρητικά από σύνθ. τ. μέλλ. και αορ. σε φαύσω, φαυσα (πρβλ. μέλλ. ἐπι φαύσω, αόρ. δι έ φαυσα) τών ρ. σε φαύσκω] … Dictionary of Greek