περι-άγνῡμι

περι-άγνῡμι

περι-άγνῡμι u. περι-αγνύω (s. ἄγνυμι), herumbrechen, Sp. – Pass. sich herumbiegen, ὂψ περιάγνυται, die Stimme bricht steh rings umher, schallt durch Brechung verstärkt rings umher, Il. 16, 78; u. in tmesi, περὶ δέ σφισιν ἄγνυτο Ἠχώ, Hes. Sc. 279; sp. D., μέλαν περιάγνυται ὕδωρ, Ap. Rh. 2, 791.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • άγνυμι — ἄγνυμι (Α) 1. θραύω, συντρίβω, σπάζω 2. (για ήχους) απλώνομαι, διαχέομαι, διαδίδομαι ολόγυρα 3. φρ. «ποταμὸς περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνούμενος», ποταμός με ελικοειδές ρεύμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < *Fάγ νυ μι, η ρίζα συγγενής προς το τοχαρικό wāk (= σπάζω,… …   Dictionary of Greek

  • περιάγνυμι — και περιαγνύω Α 1. κάμπτω και θραύω κάτι, λυγίζω και σπάζω κάτι ολόγυρα 2. (για τον ήχο) αντηχώ ολόγυρα («περὶ δὲ σφισιν ἄγνυτο ἠχώ», Ησίοδ.) 3. φρ. «κόλπου περιαγνυμένου» κόλπου με κυρτό σχήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + ἄγνυμι «σπάω»] …   Dictionary of Greek

  • σκελεαγής — ές, Α 1. αυτός που έχει σπασμένα τα σκέλη 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ σκελεαγές το κάταγμα τού σκέλους, σκελοκοπία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκέλος + αγής (< ἄγος < ἄγνυμι «σπάω»), πρβλ. περι αγής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”