ὅπου-περ

ὅπου-περ

ὅπου-περ, wo auch, überall wo; Plat. Legg. XI, 927 b, c. ind.; u. c. opt., ἐϑήρα, ὅπου περ ἐπιτυγχάνοι ϑηρίοις, Xen. Cyr. 3, 3, 5.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • όπου — και οπού (ΑΜ ὅπου, ιων. τ. ὅκου) (αναφ. επίρρ.) 1. (ως τοπ.) στον τόπο που, εκεί που, σε όποιον τόπο (α. «άφησέ το όπου θέλεις» β. «τῆς πόλεως ὅπου κάλλιστον στρατοπεδεύσασθαι», Πλάτ.) 2. (για χρόνο ή περίσταση) οπότε, οσάκις, σε όποια περίπτωση… …   Dictionary of Greek

  • περ — (I) Α (εγκλιτ. μόριο) ΧΡΗΣΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: 1. (γενικά) (ως ενισχυτικό τής σημασίας τής λέξης στην οποία προστίθεται) πολύ, πάρα πολύ 2. (ειδικά) Ι. (ιδίως στον Όμ. σε συνεκφορά με τη μτχ. ὤν ως επιτατικό αλλά και βεβαιωτικό συγχρόνως) πολύ ή πράγματι… …   Dictionary of Greek

  • Λάγκερκβιστ, Περ Φαμπιάν — (Pär Fabien Lagerkvist, Βάικσο 1891 – Στοκχόλμη 1974). Σουηδός συγγραφέας. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Ουψάλα, ενώ τα πρώτα του έργα, πεζά και ποιήματα, εκδόθηκαν το 1912. Τον επόμενο χρόνο επισκέφθηκε το Παρίσι, όπου επηρεάστηκε από το κίνημα… …   Dictionary of Greek

  • O-ISTI — formula compellandi, quâ saepius paganos sive Ethnicos, in quos acri suô ab Africa acetô invehitur, in clamat Arnobius, i. e. Fatui et scelesti homines. Vide Barthium Adversar. l. 9. c. 10. et l. 53. c. 10. l. 55. c. 13. Ita Graecis, ὦ οὗτος, ὦ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Πενταγιώτισσα, Μαρία — (περ. 1821 – περ. 1885). Γυναίκα θρυλική για την ομορφιά της και τα ερωτικά σκάνδαλα, γεννημένη στους Πενταγιούς της Δωρίδας, Για τη ζωή της διασώθηκαν μόνο θρύλοι και παραδόσεις, ενώ έμεινε άγνωστο το οικογενειακό της επώνυμο. Ο πατέρας της ήταν …   Dictionary of Greek

  • Αρχύτας ο Ταραντίνος — (περ. 430 – 350 π.Χ.).Πυθαγόρειος φιλόσοφος, μαθηματικός, αστρονόμος και πολιτικός. Θεωρείται πνευματικός αρχηγός του νεότερου πυθαγορισμού. Εξέχουσα πολιτική φυσιογνωμία, υπήρξε για πολλά χρόνια προεστός και διετέλεσε επτά φορές στρατηγός της… …   Dictionary of Greek

  • Ατίσα — (περ. 980 – 1052). Ινδός θεολόγος και μοναχός. Γεννήθηκε στη Βεγγάλη, όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Ανήκε σε οικογένεια ευγενών και μυήθηκε από μικρός στον βουδισμό, τον οποίο υπηρέτησε με πίστη και αφοσίωση. Το 1040 ηγήθηκε ιερατικής… …   Dictionary of Greek

  • Βαρδάνιος ή Φιλιππικός — (περ. 670 ;). Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (711 713) και γιος του πατρικίου Νικηφόρου. Κατά τον Θεοφάνη, γεννήθηκε περίπου το 670 και ήταν εξελληνισμένος Αρμένιος, που πήρε το ελληνικό όνομα Φιλιππικός. Ενώ όμως έγινε ορθόδοξος, στη συνείδησή του… …   Dictionary of Greek

  • Ιωάννης ο Βαπτιστής ή ο Πρόδρομος — (περ. 5 π.Χ. – 27; μ.Χ.).Άγιος και προφήτης της χριστιανικής Εκκλησίας. Ήταν γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ. Πολύ σύντομα αποσύρθηκε στην έρημο, όπου έμεινε έως το 15o έτος της βασιλείας του Τιβέριου, διάγοντας ασκητική ζωή και κηρύσσοντας την …   Dictionary of Greek

  • Ίων o Χίος — (περ. 480 – 421 π.Χ.).Τραγικός ποιητής, ιστορικός και φιλόσοφος. Από το εκτεταμένο έργο του σώθηκαν μερικά μόνο αποσπάσματα. Οι Αλεξανδρινοί τον κατατάσσουν τέταρτο στον κανόνα μετά τους τρεις μεγάλους τραγικούς. Πολύ νέος εγκαταστάθηκε στην… …   Dictionary of Greek

  • Καφρίτσας, καπετάν Κώστας — (; – περ. 1780). Αρματολός από την Ευρυτανία. Είχε το αρματολίκι του Καρπενησίου, αλλά το 1780 δεν θέλησε να αναγνωρίσει τον Αλή πασά ως δερβέναγα και προκάλεσε την οργή του. Τότε ο τελευταίος έστειλε τον Γιουσούφ Αράσκι εναντίον του. Έγιναν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”