ἄ-χαλκος

ἄ-χαλκος

ἄ-χαλκος, ohne Erz, ἄχαλκος ἀσπίδων, ohne das Erz der Schilde, ohne eherne Schilde, Soph. O. R. 191.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χαλκός — copper masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χάλκος — χαλκός copper masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλκός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Cu· ανήκει στην πρώτη ομάδα, δεύτερη υποομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 29, ατομικό βάρος 63,54, δύο σταθερά ισότοπα (Cu63 και Cu65) και 9 ραδιενεργά, από αριθμό μάζας 58 έως 68.… …   Dictionary of Greek

  • χαλκός — ο χημικό στοιχείο, μέταλλο, χάλκωμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Οὐ πῦρ, οὐ σίδηρος οὐδὲ χαλκὸς εἴργει μή φοιτᾶν ἐπὶ δείπνον. — См. Сквозь огонь и воду …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • χαλκοί — χαλκός copper masc nom/voc pl χαλκόω turn to bronze pres subj mp 2nd sg χαλκόω turn to bronze pres ind mp 2nd sg χαλκόω turn to bronze pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλκούς — χαλκός copper masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλκόν — χαλκός copper masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλκόφι — χαλκός copper masc dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χάλκα — χαλκός copper neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χάλκοιο — χαλκός copper masc/fem/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”