- ὄρφνηθεν
ὄρφνηθεν, aus der Finsterniß, aus der Nacht.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὄρφνηθεν, aus der Finsterniß, aus der Nacht.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ορφνήθεν — ὀρφνῆθεν (Α) επίρρ. από το σκοτάδι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρφνη «σκοτάδι» + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. αγορή θεν, γενεή θεν)] … Dictionary of Greek