- περι-δύνω
περι-δύνω, = περιδύομαι, Hom. in tmesi, wie man ϑώρηκα περὶ στήϑεσσιν ἔδυνεν Il. 16, 133 erklärt.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-δύνω, = περιδύομαι, Hom. in tmesi, wie man ϑώρηκα περὶ στήϑεσσιν ἔδυνεν Il. 16, 133 erklärt.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υποδύω — ὑποδύω ΝΜΑ, και δ. τ. ὑποδύνω Α [δύω / δύνω] μέσ. υποδύομαι (στο θέατρο) υποκρίνομαι ορισμένο χαρακτήρα, παριστάνω ένα άλλο πρόσωπο μσν. αρχ. 1. (αμτβ.) εισέρχομαι κάτω από κάτι με ήρεμο τρόπο 2. προσποιούμαι («εἴ τις διαπεπλάσθαι τὸν ἄνθρωπον,… … Dictionary of Greek