- ὁμοιό-φλοιος
ὁμοιό-φλοιος, von ähnlicher Rinde, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὁμοιό-φλοιος, von ähnlicher Rinde, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κακόφλοιος — κακόφλοιος, ον (Α) αυτός που έχει κακό φλοιό, κακή φλούδα ή κακό τσόφλι, κακόφλουδος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο) * + φλοιος (< φλοιός), πρβλ. λεπτό φλοιος, ομοιό φλοιος] … Dictionary of Greek
ζωή — Παρότι τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ζ. αποτελούν ακόμα αντικείμενο συζητήσεων, μπορούμε να δεχτούμε τον ορισμό ότι: ζωντανό είναι το ον εκείνο που, εξατομικευμένο στο περιβάλλον για έναν καθορισμένο χρόνο, έχει την ικανότητα να διατρέφεται, να… … Dictionary of Greek
ομοιόφλοιος — ὁμοιόφλοιος και, δ. γρφ., ὁμόφλοιος, ον (Α) (για φυτά) αυτός που έχει όμοιο φλοιό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομοι(ο) * + φλοιός] … Dictionary of Greek
πίτυρο — το / πίτυρον, ΝΑ, και πίτουρο και πίτερο, Ν ο φλοιός που αποβάλλεται κατά την άλεση τών δημητριακών και ιδίως τού σιταριού νεοελλ. 1. φρ. «τρώει πίτουρα» μτφ. (για πρόσ.) είναι ανόητος, χαζός σαν ζώο 2. παροιμ. «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα… … Dictionary of Greek
άλνος — Δέντρο της οικογένειας των βετουλιδών (δικοτυλήδονα), μετρίων διαστάσεων. Τα φύλλα του έχουν μίσχο, είναι πράσινα σκούρα, κολλώδη και λεία και στις δύο επιφάνειες. Στο σύνολό τους θυμίζουν λίγο τα φύλλα της οξιάς. Τα άνθη εμφανίζονται πριν από τα … Dictionary of Greek