ἁβρο-δίαιτος

ἁβρο-δίαιτος

ἁβρο-δίαιτος, üppig lebend (VLL. τρυφητής, περὶ τὴν δίαιταν δαψιλής), Λυδοί Aesch. Pers. 41; διὰ τὸ-τον Thuc. 1, 6, von den alten Athenern, vorher steht ἀνειμένῃ τῇ διαίτῃ ἐς τὸ τρυφερώτερον μετέστησαν. So τὸ τῶν Φαιάκων-τον Ath. XII, 513 c; D. Hal. 9, 16; Hdn. 2, 7, 1. – Adv., Philo.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ισοδίαιτος — ἰσοδίαιτος, ον (Α) αυτός που έχει την ίδια δίαιτα, την ίδια τροφή με τους άλλους, αυτός που ζει όπως και οι άλλοι («καὶ ἐς τὰ ἄλλα πρὸς τοὺς πολλοὺς οἰ τὰ μείζω κεκτημένοι ἰσοδίαιτοι μάλιστα κατέστησαν», Θουκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + δίαιτος… …   Dictionary of Greek

  • ομοδίαιτος — η, ο (ΑΜ ὁμοδίαιτος, ον) αυτός που ζει ή τρώει μαζί με άλλους νεοελλ. αυτός που έχει την ίδια διατροφή με άλλους μσν. αρχ. (ως επίθ. και ως ουσ.) αυτός που συμπεριφέρεται φιλικά αρχ. φρ. «ὁμοδίαιτος τοῑς πολλοῑς» κοινός σε πολλούς (Λουκιαν.).… …   Dictionary of Greek

  • υγροδίαιτος — ον, Μ αυτός που ζει μέσα στο νερό, υδρόβιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + δίαιτος (<δίαιτα), πρβλ. αβρο δίαιτος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”