- περι-γηθής
περι-γηθής, ές, sehr froh, Ap. Rh. 3, 813. 4, 887.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-γηθής, ές, sehr froh, Ap. Rh. 3, 813. 4, 887.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιγηθής — ές, Α πάρα πολύ χαρούμενος, περιχαρής. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + γηθής (< γῆθος «χαρά, ευχαρίστηση»), πρβλ. πολυ γηθής] … Dictionary of Greek