- ἀλληλο-φθορία
ἀλληλο-φθορία, ἡ, gegenseitiges Vernichten, im plur., Plat. Prot. 321 a; D. Hal. 5, 66.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀλληλο-φθορία, ἡ, gegenseitiges Vernichten, im plur., Plat. Prot. 321 a; D. Hal. 5, 66.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ζωοφθορία — (I) ζωοφθορία, ἡ (Α) έκτρωση, αποβολή, άμβλωση, έκτρωμα, εξάμβλωμα, τέρας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ζω(ο) (Ι)* + φθορια (< φθορος < φθείρω), πρβλ. αλληλο φθορία, οικο φθορία]. (II) ζῳοφθορία, ἡ (Α) διαφθορά ζώων, σαρκική μίξη με ζώα, κτηνοβασία.… … Dictionary of Greek