ἀλαο-σκοπία

ἀλαο-σκοπία

ἀλαο-σκοπία, , blinde, fruchtlose Wache, Hom. viermal, Iliad. 10, 515. 13, 10. 14, 135 Od. 8, 285 Versanfang οὐδ' ἀλαοσκοπίην εἶχε, homerisch = er wachte mit großem Erfolge, bemerkte sehr wohl; – Hes. Th. 466: – Scholl. Ariston. Iliad. 10, 515 (schlechtes Excerpt) ἡ διπλῆ, ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀλαὸνσκοπιήν. παροιμιακὸν δέ ἐστιν οὐ τυφλὸς ἐς σκοπιάς, ἀλλὰ τοὐναντίον δεδορκώς· καὶ ὁ ποιητὴς οὐδέποτε εἴρηκε σκοπιὴν τοὺς ὀφϑαλμούς; id. 14, 135 ἡ διπλῆ, ὅτι Ζηνόδοτος οὐδ' ἀλαὸν σκοπιήν..


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αλαός — (alaus). Κολεόπτερα έντομα της οικογένειας των ελατηριδών. Έχουν σχετικά μεγάλο σώμα με τριχωτά λέπια και κίτρινο χρωματισμό. Ζουν στις τροπικές χώρες και μόνο ο α. ο κοινός ζει στην Ευρώπη. Το έντομο αυτό, που είναι πολύ κοινό στη Σρι Λάνκα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”