- ἀ-μάχαιρος
ἀ-μάχαιρος, ohne Messer, Phereer. bei Poll. 10. 89
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀ-μάχαιρος, ohne Messer, Phereer. bei Poll. 10. 89
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μάχαιρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 235 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, ΝΑ του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αρκαλοχωρίου. * * * η (ΑM μάχαιρα) 1. όργανο με λαβή… … Dictionary of Greek