- ἀν-οικο-δομία
ἀν-οικο-δομία, ἡ, Aufbau, Sehol. Thuc. 8, 90.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀν-οικο-δομία, ἡ, Aufbau, Sehol. Thuc. 8, 90.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θολοδομία — η το σύνολο τών εργασιών τής κατασκευής θόλου. [ΕΤΥΜΟΛ. < θόλος + δομία (< δομος < δόμος < δέμω), πρβλ. οικο δομία, τειχο δομία. Η λ. μαρτυρείται από το 1866 στον Αλ. Ρ. Ραγκαβή] … Dictionary of Greek