- ἀνθρωπο-γράφος
ἀνθρωπο-γράφος, ὁ, Menschenmaler.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀνθρωπο-γράφος, ὁ, Menschenmaler.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ιερογράφος — ο (Α ἱερογράφος) ο συγγραφέας ιερών βιβλίων νεοελλ. αυτός που ζωγραφίζει ιερά πρόσωπα, μορφές αγίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο) * + γραφος* (πρβλ. ανθρωπο γράφος, ημερο γράφος] … Dictionary of Greek
ηλεκτροεγκεφαλογραφία — (ΗΕΓ). Μέθοδος νευρολογικής εξέτασης της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου, κατά την οποία καταγράφονται οι μεταβολές των διαφορών δυναμικού ανάμεσα στα εγκεφαλικά κύτταρα. Η μέθοδος επινοήθηκε και εφαρμόστηκε στον άνθρωπο από τον Γερμανό… … Dictionary of Greek