ἀνθρωπο-βόρος

ἀνθρωπο-βόρος

ἀνθρωπο-βόρος, , der Menschenfresser, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • λαοβόρος — λαοβόρος, ον (Α) (για τον Σατανά) αυτός που καταβροχθίζει τον λαό («λαοβόρος κύων», Συν.). [ΕΤΥΜΟΛ. λαο * + βόρος (< βορά), πρβλ. αιμο βόρος, ανθρωπο βόρος] …   Dictionary of Greek

  • αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”