- ὀδοντο-ξέστης
ὀδοντο-ξέστης, ὁ, der Zahnglätter, ein Werkzeug der Aerzte, Poll. 2, 96.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὀδοντο-ξέστης, ὁ, der Zahnglätter, ein Werkzeug der Aerzte, Poll. 2, 96.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χαρτοξέστης — ο, Ν όργανο με το οποίο αποξέονται γράμματα από το γραμμένο χαρτί. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαρτί + ξέστης (< ξέω «σκαλίζω, λειαίνω», πρβλ. ξέστρα), πρβλ. οδοντο ξέστης. Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν Λεξικόν τών Σχινά και Λεβαδέως] … Dictionary of Greek