ἀν-δίκτης

ἀν-δίκτης

ἀν-δίκτης (ἀνα-δίκω), ὁ, Mausefalle, Callim. frg. 233 bei Poll. 10, 34.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Δίκτης — Δίκτη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ηρακλείου, νομός — Νομός (2.641 τ. χλμ., 578.251 κάτ.) της κεντρικής ανατολικής Κρήτης, που υπάγεται στην περιφέρεια Κρήτης. Συνορεύει στα Α με τον νομό Λασιθίου και στα Δ με τον νομό Ρεθύμνης. Στα Β βρέχεται από το Κρητικό πέλαγος και στα Ν από το Λιβυκό. Η… …   Dictionary of Greek

  • Λασιθίου, νομός — Διοικητική διαίρεση (1.818 τ. χλμ., 76.319 κάτ.) της περιφέρειας Κρήτης, που περιλαμβάνει το ανατολικό άκρο της νήσου. Βρέχεται στα Β από το Κρητικό πέλαγος, στα Α από το Καρπάθιο, στα Ν από το Λιβυκό και στα Δ συνορεύει με τον νομό Ηρακλείου.… …   Dictionary of Greek

  • αμιράς — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 680 μ., 353 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βιάννου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στις νότιες πλαγιές της κορυφής της Δίκτης, Αφέντης Χριστός. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Βιάννου. * * * ο (Μ ἀμιρὰς και ἀμιρᾱς) 1. στρατηγός 2.… …   Dictionary of Greek

  • κοφινάς — Βουνό (1.231 μ.) της Κρήτης στον νομό Ηρακλείου. Υψώνεται Ν της πεδιάδας της Μεσαράς και κατά μήκος των ακτών του Λιβυκού πελάγους, στα νότια παράλια της πρώην επαρχίας Μυλοποτάμου. Προς τα Δ αποτελεί προέκταση της οροσειράς Δίκτης και καταλήγει… …   Dictionary of Greek

  • κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …   Dictionary of Greek

  • κρηταγενής — Προσωνυμία του Δία, η οποία προερχόταν από τις σχετικές με τη γέννησή του παραδόσεις. Ο Ησίοδος αναφέρει ότι ο Δίας γεννήθηκε στην Κρήτη, στο σπήλαιο της Ίδης, όπου απαγορευόταν η είσοδος γιατί θεωρείτο ιερό. Αντίθετα, στην ανατολική Κρήτη… …   Dictionary of Greek

  • Αμαριανό — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 530 μ., 321 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πεδιάδας του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καστελλίου και βρίσκεται στις βόρειες πλαγιές της Δίκτης, νοτιοανατολικά του Καστελλίου …   Dictionary of Greek

  • ανεμοκινητήρας — Διάταξη που εκμεταλλεύεται την κινητική ενέργεια του ανέμου για ποικίλους σκοπούς, όπως για να περιστρέφονται οι μυλόπετρες μύλου ή ελαιοτριβείου, για το ανέβασμα νερού, για την κίνηση γεννήτριας με σκοπό την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.… …   Dictionary of Greek

  • Άνω Βιάννος — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 560 μ., 818 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βιάννου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στις νοτιοδυτικές πλαγιές της κορυφής της Δίκτης, Αφέντης Χριστός. Αποτελεί έδρα του δήμου Βιάννου. Παράγει εκλεκτό μέλι και έχει και μικρή… …   Dictionary of Greek

  • Αποσελέμης — Μεγάλος χείμαρρος της Κρήτης που πηγάζει από τα όρη της Δίκτης και εκβάλλει στο Κρητικό πέλαγος, κοντά στο χωριό Γούβες του νομού Ηρακλείο. Στην περιοχή του ποταμού έγινε το 1272 μάχη ανάμεσα στους Βενετούς και τους Χορτάτζες και το 1827 οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”