ἀνδραπόδιον

ἀνδραπόδιον

ἀνδραπόδιον, τό, dim. von ἀνδράποδον, Hyperid. Poll. 3, 77.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀνδραπόδιον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραποδίων — ἀνδραπόδιον neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραπόδια — ἀνδραπόδιον neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραπόδι' — ἀνδραπόδια , ἀνδραπόδιον neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”