- ὀνειρο-γενής
ὀνειρο-γενής, ές, im Traume geboren, Heliod. 9, 25.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὀνειρο-γενής, ές, im Traume geboren, Heliod. 9, 25.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κρυφογενής — κρυφογενής, ές (Α) αυτός που γεννήθηκε κρυφά, κρυφογεννημένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρυφ(ο) * + γενής (< γένος), πρβλ. νυμφο γενής, ονειρο γενής] … Dictionary of Greek