ἀ-κοίλιος

ἀ-κοίλιος

ἀ-κοίλιος, ohne Höhlungen, ohne Bauch, Medic.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Κοίλιος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κοιλίου — Κοίλιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κοιλίων — Κοίλιος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κοιλίῳ — Κοίλιος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευρυκοίλιος — εὐρυκοίλιος, ον (Α) 1. (για τη δεξιά κοιλία τής καρδιάς) πολύ κοίλη 2. (για το τυφλό έντερο) με ευρείες κοιλότητες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ * + κοιλιος (< κοιλία), πρβλ. ευ κοίλιος, στενο κοίλιος] …   Dictionary of Greek

  • θερμοκοίλιος — θερμοκοίλιος, ον (Α) (για ζώα) αυτός που έχει θερμή κοιλιά, θερμό στομάχι. [ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο) * + κοίλιος < κοιλία (πρβλ. εγ κοίλιος, μονο κοίλιος)] …   Dictionary of Greek

  • υγροκοίλιος — ον, Α αυτός που έχει υδαρείς κενώσεις, που έχει ευκοιλιότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + κοίλιος (< κοιλία), πρβλ. θερμο κοίλιος, μεγαλο κοίλιος] …   Dictionary of Greek

  • ευκοίλιος — α, ο (ΑΜ εὐκοίλιος, ον) αυτός που διευκολύνει την κένωση τής κοιλιάς, ο ενεργητικός, ο εκκενωτικός, ο υπακτικός (α. «ευκοίλια φάρμακα» β. «τι δυσκοίλιον ἤ εὐκοίλιον», Πλούτ.) νεοελλ. 1. αυτός που έχει την κοιλιά εύκολη στις κενώσεις, ο εύκολος… …   Dictionary of Greek

  • μακροκοίλιος — μακροκοίλιος, ον (Α) αυτός που έχει μεγάλη κοιλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο) * + κοιλία (πρβλ. νευρο κοίλιος, σκληρο κοίλιος)] …   Dictionary of Greek

  • μεγαλοκοίλιος — μεγαλοκοίλιος, ον (Α) 1. αυτός που έχει μεγάλες τις κοιλίες τής καρδιάς 2. αυτός που έχει μεγάλες εντερικές αύλακες. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλ(ο) * + κοιλία (πρβλ. νευρο κοίλιος, σκληρο κοίλιος)] …   Dictionary of Greek

  • μικροκοίλιος — μικροκοίλιος, ον (Α) 1. αυτός που έχει μικρή κοιλιά 2. αυτός που έχει μικρή εσωτερική διώρυγα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο)* + κοιλία (πρβλ. μεγαλο κοίλιος, νευρο κοίλιος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”