ἀκουσμάτιον

ἀκουσμάτιον

ἀκουσμάτιον, τό, kleine Erzählung, Luc. Philop. 18.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ακουσμάτιον — ἀκουσμάτιον, το (Α) μικρό διήγημα ή τραγούδι. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. τής λ. ἄκουσμα] …   Dictionary of Greek

  • ἀκουσμάτιον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άκουσμα — Αυτό που ακούμε· επίσης, η φήμη. Στον πληθυντικό α. λέγονται οι συνθηματικές λέξεις ή φράσεις που χρησιμοποιούσαν οι μύστες των πυθαγορείων ως σημεία μεταξύ τους αναγνώρισης. * * * το (Α ἄκουσμα) 1. αυτό που πληροφορείται κανείς με την ακοή 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”