- ἀγαθο-ειδής
ἀγαθο-ειδής, ές, das Ansehen des Guten habend, dem ἀγαϑός entgegengesetzt, Plat. Rep. VI, 569 a. Aber Iambl. u. Sp. gutartig.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀγαθο-ειδής, ές, das Ansehen des Guten habend, dem ἀγαϑός entgegengesetzt, Plat. Rep. VI, 569 a. Aber Iambl. u. Sp. gutartig.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… … Dictionary of Greek
αγαθοειδής — ἀγαθοειδής, ές (AM) αυτός που φαίνεται αγαθός, που έχει τη μορφή τού αγαθού εκκλ. οἱ ἀγαθοειδεῖς οι άγγελοι, σε αντίθεση προς τον Θεό, που είναι αυτό τούτο το αγαθό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀγαθὸς + εἰδὴς < εἶδος] … Dictionary of Greek