- ἀ-κατα-χώριστος
ἀ-κατα-χώριστος, nicht abgesondert, unverdaut, ὕλη Arist. Probl. 28, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀ-κατα-χώριστος, nicht abgesondert, unverdaut, ὕλη Arist. Probl. 28, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
έτερος — έρα, ο (ΑΜ ἕτερος, έρα, ον Α και δωρ. ἅτερος και αιολ. ἄτερος και ιων. οὕτερος και μτγν. θάτερος) 1. (αντ. επιμερ.) άλλος 2. διαφορετικός, αλλιώτικος 3. (με άρθρο) ο έτερος ο ένας από τους δύο («ο έτερος τών κατηγορουμένων») 4. φρ. α) «αφ ετέρου» … Dictionary of Greek
ИОАНН ФИЛОПОН — [Грамматик; греч. ᾿Ιωάννης ὁ Θιλόπονος, ᾿Ιωάννης ὁ γραμματικός] (ок. 490, Александрия (?) ок. 575), александрийский ученый, философ, богослов монофизит. Жизнь Сохранившиеся в истории сведения об И. Ф. отрывочны и противоречивы. Помимо… … Православная энциклопедия
έκτυπος — η, ο (AM ἔκτυπος, ον) Ι. 1. ο τυπωμένος έτσι ώστε να παρουσιάζεται ανάγλυφος 2. το ουδ. ως ουσ. το έκτυπο(ν) ανάγλυφο τού οποίου οι μορφές προεξέχουν από την επιφάνεια αρχ. 1. χωριστός, ευκρινής 2. ο σχηματισμένος σε γενικές γραμμές, σαν πρόχειρο … Dictionary of Greek