- περι-ποππύζω
περι-ποππύζω, das verstärkte ποππύζω, übertr., schmeicheln.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-ποππύζω, das verstärkte ποππύζω, übertr., schmeicheln.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιποππύσαι — περί ποππύζω smack the lips aor inf act περιποππύσαῑ , περί ποππύζω smack the lips aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιποππύζεσθαι — περί ποππύζω smack the lips pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιποππύζων — περί ποππύζω smack the lips pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιποππύζω — ΜΑ (ως επιτεταμένος τ. τού ποππύζω) μσν. θωπεύω, χαϊδεύω αρχ. (κυρίως το παθ.) περιποππύζομαι επιδοκιμάζομαι από όλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + ποππύζω «θωπεύω, κολακεύω»] … Dictionary of Greek
περιποππύσας — περιποππύσᾱς , περί ποππύζω smack the lips aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)