- ἀντι-βασιλεύω
ἀντι-βασιλεύω, Gegenkönig sein, Ios.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀντι-βασιλεύω, Gegenkönig sein, Ios.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀντεβασίλευσεν — ἀντί βασιλεύω to be king aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκηπταρχώ — έω, Μ κρατώ σκήπτρο, άρχω, βασιλεύω, εξουσιάζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντί σκηπτραρχῶ < σκῆπτρον + αρχῶ (< άρχης*)] … Dictionary of Greek
φθίνω — ΝΜΑ, και φθίω και κρητ. τ. τ. ψίνω Α 1. τείνω προς το τέλος, ελαττώνομαι συνεχώς, εκλείπω σταδιακά (α. «φθίνουσα πορεία» β. «φθίνουσιν νύκτες τε καὶ ἤματα», Ομ. Οδ.) 2. διέρχομαι το στάδιο τής παρακμής, παρακμάζω (α. «από τον 2ο μ.Χ. αιώνα η… … Dictionary of Greek