- ἀχύρμιος
ἀχύρμιος, ἀμητός, Spreuernte, die nichts als Spreu giebt, Arat. 1097.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀχύρμιος, ἀμητός, Spreuernte, die nichts als Spreu giebt, Arat. 1097.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀχύρμιος — consisting mainly of chaff masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀχύρμιον — ἀχύρμιος consisting mainly of chaff masc acc sg ἀχύρμιος consisting mainly of chaff neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀχυρμία — ἀχυρμίᾱ , ἀχύρμιος consisting mainly of chaff fem nom/voc/acc dual ἀχυρμίᾱ , ἀχύρμιος consisting mainly of chaff fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀχυρμίαι — ἀχυρμίᾱͅ , ἀχύρμιος consisting mainly of chaff fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀχυρμίαν — ἀχυρμίᾱν , ἀχύρμιος consisting mainly of chaff fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)