- ἀστρο-χίτων
ἀστρο-χίτων, im Sternenkleide, μήνη, νύξ, Orph. Arg. 510. 1026; Nonn. D. 17, 946.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀστρο-χίτων, im Sternenkleide, μήνη, νύξ, Orph. Arg. 510. 1026; Nonn. D. 17, 946.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σαρκοχίτων — ονος, ὁ, Μ (ως προσωνυμία τού Άρεως) αυτός που δίνει την εντύπωση ότι φορεί χιτώνα από σάρκες, που περιβάλλεται από σάρκες. [ΕΤΥΜΟΛ. < σάρξ, σαρκός + χιτών (πρβλ. αστρο χίτων)] … Dictionary of Greek